Ludwig Tieck, Ὁ ξανθὸς Ἔκμπερτ

budapest-nationalgalerie-rippl-ronai

Ὁ ξανθὸς Ἔκμπερτ

(Ἀποσπάσματα)

[…]

meridalehμουν ἀπαρηγόρητη, ἔκλαιγα καὶ φώναζα καὶ ἡ φωνή μου ἀντηχοῦσε μ’ ἕναν φριχτὸ τρόπο μέσα στὶς πέτρινες κοιλάδες. Ὕστερα ἄρχισε νὰ σκοτεινιάζει κι ἔψαξα νὰ βρῶ κάποιο σημεῖο μὲ βρύα ν’ ἀναπαυτῶ. Ἦταν ἀδύνατον νὰ κοιμηθῶ· ὅλη τὴ νύχτα ἄκουγα τοὺς πιὸ περίεργους ἤχους, ποὺ ἄλλοτε θύμιζαν ἀγρίμια, ἄλλοτε ἄνεμο ποὺ θρηνοῦσε ἀνάμεσα σὲ βράχους κι ἄλλοτε ἄγνωστα πουλιά. Προσευχήθηκα καὶ ἀποκοιμήθηκα ἀργά, τὴν ὥρα ποὺ ξημέρωνε.

[…]

Ὅταν φτάσαμε στοὺς πρόποδες τοῦ λόφου, ἄκουσα ἕνα θαυμάσιο τραγούδι ποὺ μᾶλλον ἐρχόταν ἀπὸ τὴν καλύβα κι ἔμοιαζε νὰ τὸ τραγουδάει ἕνα πουλί. Ἔλεγε τὰ ἑξῆς:

]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Τοῦ δάσους ἡ μοναξιὰ
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Μοῦ δίνει μεγάλη χαρά,
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Καί σήμερα καί αὔριο
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Καί παντοτινά.
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Ὤ, πόση μοῦ δίνει χαρὰ
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Τοῦ δάσους ἡ μοναξιά!

Αὐτὰ τὰ λιγοστὰ λόγια ἐπαναλαμβάνονταν συνεχῶς καί, ἂν πρέπει νὰ τὸ περιγράψω, ἦταν κάτι ποὺ ἔμοιαζε σὰν νὰ ἀκούγονταν συγχρόνως ἀπὸ μακριὰ ἕνα κυνηγετικὸ κέρας κι ἕνας ποιμενικὸς αὐλός.
]]]]]]Ἡ περιέργειά μου εἶχε κορυφωθεῖ· χωρὶς νὰ περιμένω νὰ μοῦ τὸ πεῖ ἡ γριά, μπῆκα μαζί της στὴν καλύβα. Εἶχε ἀρχίσει νὰ βραδιάζει, καὶ ὅλα ἐκεῖ μέσα ἦταν ταχτοποιημένα καὶ παστρικά· σὲ μιὰ χτιστὴ ντουλάπα ὑπῆρχαν μερικὰ κύπελλα, πάνω σ’ ἕνα τραπέζι ἦταν ἀραδιασμένα ἀλλόκοτα δοχεῖα καὶ σ’ ἕνα γυαλιστερὸ κλουβὶ ποὺ κρεμόταν κοντὰ στὸ παράθυρο ἕνα πουλὶ τραγουδοῦσε πράγματι ἐκεῖνο τὸ τραγούδι. Ἡ γριὰ βογγοῦσε καὶ ἔβηχε· σοῦ ἔδινε τὴν ἐντύπωση πὼς δὲν μποροῦσε νὰ σταματήσει. Χάιδευε πότε πότε τὸ σκυλὶ ἢ μιλοῦσε μὲ τὸ πουλί, ποὺ τῆς ἀπαντοῦσε μὲ τὸ συνηθισμένο του τραγούδι.

aidoni

[…]

Delta1ὲν ἔμεινα πολλὴ ὥρα ξύπνια γιατὶ ἤμουν σὰν ναρκωμένη, ὅμως τὴ νύχτα ξύπνησα δυὸ τρεῖς φορές· ἄκουγα τὴ γριὰ νὰ βήχει καὶ νὰ μιλάει στὸν σκύλο, ἐνῷ ἐνδιάμεσα τὸ πουλί, ποὺ ἔμοιαζε νὰ ὀνειρεύεται, πρόφερε κάποιες λέξεις ἀπὸ τὸ τραγούδι του. Ὅλα αὐτὰ μαζὶ μὲ τὸ θρόισμα τῶν σημύδων ποὺ ἔστεκαν ἔξω ἀπὸ τὸ παράθυρο καὶ τὸ μακρινὸ κελάηδισμα ἑνὸς ἀηδονιοῦ δημιουργοῦσαν ἕνα τόσο ὑπέροχο συνονθύλευμα ἤχων, ποὺ εἶχα τὴν αἴσθηση ὅτι δὲν εἶχα ξυπνήσει, ἀλλὰ ὅτι ἔβλεπα στὸν ὕπνο μου κάποιο ἄλλο, πιὸ περίεργο ὄνειρο.

Ludwig-Tieck
Ὁ Λούντβιχ Τήκ

Τὸ ἑπόμενο πρωὶ μὲ ξύπνησε ἡ γριὰ καὶ σὲ λίγο μοῦ εἶπε τί πρέπει νὰ κάνω. Ἔπρεπε νὰ γνέθω, πράγμα ποὺ ἔμαθα πολὺ γρήγορα, καὶ νὰ φροντίζω τὸν σκύλο καὶ τὸ πουλί. Προσαρμόστηκα εὔκολα στὸ νέο νοικοκυριὸ καὶ ὅλα τὰ ἀντικείμενα ἐκεῖ μέσα μοῦ φαίνονται σὲ λίγο καιρὸ οἰκεῖα· τὰ πάντα ἔμοιαζαν αὐτονόητα, ἔπαψα νὰ σκέφτομαι ὅτι ἡ γριὰ εἶχε κάτι τὸ αφύσικο, ὅτι τὸ σπίτι, ποὺ βρισκόταν μακριὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἔκρυβε κάποιο μυστικὸ καὶ ὅτι τὸ πουλὶ ἦταν τόσο αξιοπερίεργο. Ἡ ὀμορφιά του μοῦ ἔκανε πάντα πολὺ μεγάλη ἐντύπωση, γιατὶ τὰ φτερά του, ποὺ εἶχαν ὅλων τῶν εἰδῶν τὰ χρώματα, ἄστραφταν, καθὼς τὸ ὡραιότερο ἀνοιχτὸ γαλάζιο καὶ τὸ πιὸ φλογερὸ κόκκινο ἐναλλάσσονταν στὸ σῶμα καὶ στὸ λαιμό του καί, ὅποτε τραγουδοῦσε, φούσκωνε περήφανο, ἐνῷ τὸ πτέρωμά του γινόταν ἀκόμη λαμπερότερο.

[…]

nymphiceἶχα γίνει δεκατεσσάρων ἐτῶν. Εἶναι κρίμα γιὰ τὸν ἄνθρωπο πού, γιὰ νὰ κατακτήσει τὴ γνώση, πρέπει πρῶτα νὰ χάσει τὴν ἀθωότητα τῆς ψυχῆς του. Γιατὶ κατάλαβα πολὺ καλὰ ὅτι ἀπὸ μένα εξαρτιόταν νὰ πάρω τὸ πουλὶ καὶ τὰ πολύτιμα πετράδια καὶ νὰ ἀναζητήσω τὸν κόσμο ποὺ γνώριζα ἀπὸ τὰ διαβάσματά μου. Ἄλλωστε μπορεῖ καὶ νὰ συναντοῦσα καὶ τὸν πανέμορφο ἱππότη ποὺ ἀπασχολοῦσε ἀδιάκοπα τὸ μυαλό μου.

[…]]]]]]]

Ποτὲ δὲν εἶχα φροντίσει τὸν σκύλο καὶ τὸ πουλὶ μὲ τόση στοργή· τὰ ἀγαποῦσα περισσότερο ἀπὸ πρίν. Εἶχαν περάσει ἀρκετὲς μέρες ἀπὸ τότε ποὺ εἶχε φύγει ἡ γριά, ὅταν ξύπνησα μὲ τὴν ἀκλόνητη ἀπόφαση νὰ ἐγκαταλείψω τὴν καλύβα καὶ νὰ ἀναζητήσω αὐτὸ ποὺ οἱ ἄνθρωποι ὀνομάζουν “κόσμο”.koritsi_klouvi

[…]

]]]]]]Δὲν ἤξερα τί νὰ κάνω· ὁ σκύλος πηδοῦσε ἀσταμάτητα επάνω μου, τὸ φῶς τοῦ ἥλιου φώτιζε ἁπλόχερα τὰ χωράφια, οἱ πράσινες σημύδες λαμποκοποῦσαν· εἶχα τὴν αἴσθηση πὼς εἶναι νὰ κάνω κάτι επεῖγον· ἅρπαξα λοιπὸν τὸ σκυλάκι, τὸ ἔδεσα μέσα στὸ δωμάτιο καὶ πῆρα μαζί μου τὸ κλουβὶ μὲ τὸ πουλί.

[…]

]]]]]]Καθὼς πήγαινα πρὸς τὴν πόρτα, τὸ πουλὶ γύρισε τὸ κεφάλι του μ’ ἕναν ἐντελῶς παράδοξο τρόπο, καὶ τὸ σκυλὶ ἔκανε ἀγωνιώδεις προσπάθειες νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ὅμως ἔπρεπε νὰ μείνει στὸ σπίτι.

skyli_louri

[…]

houghtoneτσι, ἀνάμεσα σὲ ἀναστεναγμοὺς καὶ δάκρυα, συνέχισα τὸν δρόμο μου· ὅποτε ἀναπαυόμουν, ἀφοῦ ἀκουμποῦσα καταγῆς τὸ κλουβί, τὸ πουλὶ τραγουδοῦσε τὸ παράξενο τραγούδι του, κι ἐγὼ θυμόμουν ἔντονα τὸν ὡραῖο τόπο ποὺ εἶχα ἐγκαταλείψει.

[…]

]]]]]]Τὸ πουλὶ εἶχε πάψει γιὰ μεγάλο διάστημα νὰ λέει τὸ τραγούδι του· γι’ αὐτὸ κατατρόμαξα ὅταν μιὰ νύχτα ἄρχισε ξαφνικὰ νὰ τραγουδᾷ, ὅμως ἕνα κάπως διαφορετικὸ τραγούδι, ποὺ ἔλεγε τὰ ἑξῆς:

]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Ὦ τοῦ δάσους μοναξιὰ
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Πόσο εἶσαι μακριά!
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Κάποτε, ὕστερα ἀπὸ καιρό,
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Θὰ μετανιώσεις πικρά.–
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Ἄχ, εἶναι χαρὰ μοναδικὴ
]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]]Τοῦ δάσους ἡ μοναξιά!

Ὅλη τὴ νύχτα δὲν ἔκλεισα μάτι, ὅλα ξανᾶρθαν στὸ μυαλό μου καὶ περισσότερο ἀπὸ ποτὲ σκέφτηκα πόσο εἶχα σφάλει. Ὅταν σηκώθηκα, ἡ θέα τοῦ πουλιοῦ μοῦ προξενοῦσε φρίκη καθὼς ἦταν στραμμένο πρὸς ἐμένα καὶ μὲ κοίταζε· ἡ παρουσία του μὲ γέμιζε τρόμο. Ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο καὶ μετὰ δὲν σταμάτησε νὰ τραγουδάει καὶ μάλιστα μὲ πολὺ πιὸ δυνατὴ φωνὴ ἀπὸ πρίν. Ὅσο περισσότερο τὸ παρατηροῦσα τόσο περισσότερο μεγάλωνε ὁ φόβος μου. Τελικὰ ἄνοιξα τὸ κλουβί, ἔβαλα μέσα τὸ χέρι μου καὶ ἔσφιξα μὲ δύναμη τὸ λαιμό του· ὅταν μὲ κοίταξε μὲ ἱκετευτικὸ βλέμμα, χαλάρωσα τὰ δάχτυλά μου, ἀλλὰ εἶχε ἤδη ξεψυχήσει. Τὸ ἔθαψα στὸν κῆπο.

[…]

LUDWIG TIECK


(Πηγή: Λούντβιχ Τήκ, «Ὁ ξανθὸς Ἔκμπερτ»: Ὁ ξανθὸς Ἔκμπερτ. Τὸ Ρούνενμπεργκ, (μτφρ.: Ἀλέξανδρος Ἴσαρης), (ἐπίμ.: Γιάννης Καλλιφατίδης), Ἀθήνα, Σμίλη, 2000).

[Eἰκόνα: József Rippl-Rónai, Κυρία μὲ κλουβὶ πτηνοῦ [=Frau mit Vogelkäfig] (λεπτομέρεια), (1892) *Ἐμπνευσμένη ἀπὸ τὸ ἐξώφυλλο τῆς ἑλληνικῆς ἔκδοσης]

hamilton_leaf

 

Σχολιάστε